- αποπρεσβεία
- ἀποπρεσβεία, η (Α)αναφορά ή έκθεση του πρεσβευτή.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἀποπρεσβείας — ἀποπρεσβείᾱς , ἀποπρεσβεία an ambassador s report fem acc pl ἀποπρεσβείᾱς , ἀποπρεσβεία an ambassador s report fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποπρεσβείαν — ἀποπρεσβείᾱν , ἀποπρεσβεία an ambassador s report fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)